Fermer le panneau de recherche

Appuyez sur Entrée pour rechercher ou ESC pour annuler.

Accueil  /  Bible  /  Septante  / Job 3     

Job 3
Septante


Dialogue entre Job et ses amis

Intervention n° 1 de Job

1 μετὰ τοῦτο ἤνοιξεν Ιωβ τὸ στόμα αὐτοῦ.
Jérémie 20.14-20.15 Psaumes 106.33 Psaumes 39.2-39.3 Job 2.5 Job 1.22
2 καὶ κατηράσατο τὴν ἡμέραν αὐτοῦ λέγων.
Juges 18.14
3 ἀπόλοιτο ἡ ἡμέρα ἐν ᾗ ἐγεννήθην καὶ ἡ νύξ ἐν ᾗ εἶπαν ἰδοὺ ἄρσεν.
Jérémie 20.14-20.18 Job 10.18-10.19 Jérémie 15.10
4 ἡ ἡμέρα ἐκείνη εἴη σκότος καὶ μὴ ἀναζητήσαι αὐτὴν ὁ κύριος ἄνωθεν μηδὲ ἔλθοι εἰς αὐτὴν φέγγος.
Exode 10.22-10.23 Amos 5.18 Matthieu 27.45 Joël 2.2 Deutéronome 11.12
5 ἐκλάβοι δὲ αὐτὴν σκότος καὶ σκιὰ θανάτου ἐπέλθοι ἐπ’ αὐτὴν γνόφος.
Job 10.21-10.22 Psaumes 23.4 Jérémie 13.16 Job 28.3 Esaïe 9.2
6 καταραθείη ἡ ἡμέρα καὶ ἡ νὺξ ἐκείνη ἀπενέγκαιτο αὐτὴν σκότος μὴ εἴη εἰς ἡμέρας ἐνιαυτοῦ μηδὲ ἀριθμηθείη εἰς ἡμέρας μηνῶν.
7 ἀλλὰ ἡ νὺξ ἐκείνη εἴη ὀδύνη καὶ μὴ ἔλθοι ἐπ’ αὐτὴν εὐφροσύνη μηδὲ χαρμονή.
Apocalypse 18.22-18.23 Jérémie 7.34 Esaïe 24.8 Esaïe 13.20-13.22
8 ἀλλὰ καταράσαιτο αὐτὴν ὁ καταρώμενος τὴν ἡμέραν ἐκείνην ὁ μέλλων τὸ μέγα κῆτος χειρώσασθαι.
Job 41.1 Job 41.10 Marc 5.38 Matthieu 11.17 Jérémie 9.17-9.18
9 σκοτωθείη τὰ ἄστρα τῆς νυκτὸς ἐκείνης ὑπομείναι καὶ εἰς φωτισμὸν μὴ ἔλθοι καὶ μὴ ἴδοι ἑωσφόρον ἀνατέλλοντα.
Job 41.18 Job 30.26 Jérémie 13.16 Jérémie 8.15
10 ὅτι οὐ συνέκλεισεν πύλας γαστρὸς μητρός μου ἀπήλλαξεν γὰρ ἂν πόνον ἀπὸ ὀφθαλμῶν μου.
Ecclésiaste 6.3-6.5 Job 10.1 Ecclésiaste 11.10 Jérémie 20.17 Job 10.18-10.19
11 διὰ τί γὰρ ἐν κοιλίᾳ οὐκ ἐτελεύτησα ἐκ γαστρὸς δὲ ἐξῆλθον καὶ οὐκ εὐθὺς ἀπωλόμην.
Job 10.18-10.19 Psaumes 58.8 Esaïe 46.3 Osée 9.14 Psaumes 71.6
12 ἵνα τί δὲ συνήντησάν μοι γόνατα ἵνα τί δὲ μαστοὺς ἐθήλασα.
Esaïe 66.12 Genèse 30.3 Genèse 50.23 Ezéchiel 16.4-16.5
13 νῦν ἂν κοιμηθεὶς ἡσύχασα ὑπνώσας δὲ ἀνεπαυσάμην.
Ecclésiaste 9.10 Job 7.21 Job 21.23 Ecclésiaste 6.3-6.5 Job 17.13
14 μετὰ βασιλέων βουλευτῶν γῆς οἳ ἠγαυριῶντο ἐπὶ ξίφεσιν.
Job 15.28 Esaïe 14.10-14.16 Psaumes 89.48 1 Rois 11.43 Psaumes 49.14
15 ἢ μετὰ ἀρχόντων ὧν πολὺς ὁ χρυσός οἳ ἔπλησαν τοὺς οἴκους αὐτῶν ἀργυρίου.
Job 12.21 Esaïe 2.7 Job 22.25 Nombres 22.18 1 Rois 10.27
16 ἢ ὥσπερ ἔκτρωμα ἐκπορευόμενον ἐκ μήτρας μητρὸς ἢ ὥσπερ νήπιοι οἳ οὐκ εἶδον φῶς.
Psaumes 58.8 1 Corinthiens 15.8 Ecclésiaste 6.3
17 ἐκεῖ ἀσεβεῖς ἐξέκαυσαν θυμὸν ὀργῆς ἐκεῖ ἀνεπαύσαντο κατάκοποι τῷ σώματι.
Job 17.16 Apocalypse 14.13 Matthieu 10.28 Luc 12.4 Esaïe 57.1-57.2
18 ὁμοθυμαδὸν δὲ οἱ αἰώνιοι οὐκ ἤκουσαν φωνὴν φορολόγου.
Job 39.7 Esaïe 14.3-14.4 Juges 4.3 Exode 5.15-5.19 Exode 5.6-5.8
19 μικρὸς καὶ μέγας ἐκεῖ ἐστιν καὶ θεράπων οὐ δεδοικὼς τὸν κύριον αὐτοῦ.
Luc 16.22-16.23 Ecclésiaste 8.8 Hébreux 9.27 Psaumes 49.2 Ecclésiaste 12.7
20 ἵνα τί γὰρ δέδοται τοῖς ἐν πικρίᾳ φῶς ζωὴ δὲ ταῖς ἐν ὀδύναις ψυχαῖς.
Jérémie 20.18 Job 7.15-7.16 Proverbes 31.6 1 Samuel 1.10 2 Rois 4.27
21 οἳ ὁμείρονται τοῦ θανάτου καὶ οὐ τυγχάνουσιν ἀνορύσσοντες ὥσπερ θησαυρούς.
Apocalypse 9.6 Proverbes 2.4 Jonas 4.8 Jonas 4.3 Nombres 11.15
22 περιχαρεῖς δὲ ἐγένοντο ἐὰν κατατύχωσιν.
23 θάνατος ἀνδρὶ ἀνάπαυμα συνέκλεισεν γὰρ ὁ θεὸς κατ’ αὐτοῦ.
Job 19.8 Lamentations 3.7 Esaïe 40.27 Job 19.12 Psaumes 31.8
24 πρὸ γὰρ τῶν σίτων μου στεναγμός μοι ἥκει δακρύω δὲ ἐγὼ συνεχόμενος φόβῳ.
Psaumes 102.9 Psaumes 38.8 Psaumes 42.3-42.4 Psaumes 80.5 Job 7.19
25 φόβος γάρ ὃν ἐφρόντισα ἦλθέν μοι καὶ ὃν ἐδεδοίκειν συνήντησέν μοι.
Job 1.5 Job 30.15 Job 31.23
26 οὔτε εἰρήνευσα οὔτε ἡσύχασα οὔτε ἀνεπαυσάμην ἦλθεν δέ μοι ὀργή.
Job 7.14 Psaumes 143.11 Job 27.9

Cette Bible est dans le domaine public.