Fermer le panneau de recherche

Appuyez sur Entrée pour rechercher ou ESC pour annuler.

Accueil  /  Bible  /  Septante  / Ecclésiaste 2.5     

Ecclésiaste 2.5
Septante


Les plaisirs, les richesses et le travail

1 εἶπον ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου δεῦρο δὴ πειράσω σε ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἰδὲ ἐν ἀγαθῷ καὶ ἰδοὺ καί γε τοῦτο ματαιότης.
Ecclésiaste 8.15 Luc 12.19 Ecclésiaste 3.17-3.18 Apocalypse 18.7-18.8 Jacques 4.13
2 τῷ γέλωτι εἶπα περιφορὰν καὶ τῇ εὐφροσύνῃ τί τοῦτο ποιεῖς.
Proverbes 14.13 Ecclésiaste 7.2-7.6 Esaïe 22.12-22.13 Amos 6.3-6.6 1 Pierre 4.2-4.4
3 κατεσκεψάμην ἐν καρδίᾳ μου τοῦ ἑλκύσαι εἰς οἶνον τὴν σάρκα μου καὶ καρδία μου ὡδήγησεν ἐν σοφίᾳ καὶ τοῦ κρατῆσαι ἐπ’ ἀφροσύνῃ ἕως οὗ ἴδω ποῖον τὸ ἀγαθὸν τοῖς υἱοῖς τοῦ ἀνθρώπου ὃ ποιήσουσιν ὑπὸ τὸν ἥλιον ἀριθμὸν ἡμερῶν ζωῆς αὐτῶν.
Proverbes 20.1 Ecclésiaste 1.17 Ecclésiaste 12.13 Ecclésiaste 6.12 Ephésiens 5.18
4 ἐμεγάλυνα ποίημά μου ᾠκοδόμησά μοι οἴκους ἐφύτευσά μοι ἀμπελῶνας.
1 Rois 7.1-7.12 1 Rois 9.1 Cantique 7.12 2 Chroniques 8.11 Deutéronome 8.12-8.14
5 ἐποίησά μοι κήπους καὶ παραδείσους καὶ ἐφύτευσα ἐν αὐτοῖς ξύλον πᾶν καρποῦ.
Genèse 2.8-2.9 Cantique 6.2 Luc 17.27-17.29 Jérémie 39.4 Cantique 4.12-5.1
6 ἐποίησά μοι κολυμβήθρας ὑδάτων τοῦ ποτίσαι ἀπ’ αὐτῶν δρυμὸν βλαστῶντα ξύλα.
Néhémie 2.14 Cantique 7.4 Psaumes 1.3 Jérémie 17.8
7 ἐκτησάμην δούλους καὶ παιδίσκας καὶ οἰκογενεῖς ἐγένοντό μοι καί γε κτῆσις βουκολίου καὶ ποιμνίου πολλὴ ἐγένετό μοι ὑπὲρ πάντας τοὺς γενομένους ἔμπροσθέν μου ἐν Ιερουσαλημ.
Genèse 14.14 1 Rois 4.23 Job 1.3 1 Rois 9.20-9.22 Genèse 13.2
8 συνήγαγόν μοι καί γε ἀργύριον καὶ χρυσίον καὶ περιουσιασμοὺς βασιλέων καὶ τῶν χωρῶν ἐποίησά μοι ᾄδοντας καὶ ᾀδούσας καὶ ἐντρυφήματα υἱῶν τοῦ ἀνθρώπου οἰνοχόον καὶ οἰνοχόας.
1 Rois 10.10 2 Samuel 19.35 1 Rois 9.28 1 Rois 10.14 Daniel 3.15
9 καὶ ἐμεγαλύνθην καὶ προσέθηκα παρὰ πάντας τοὺς γενομένους ἔμπροσθέν μου ἐν Ιερουσαλημ καί γε σοφία μου ἐστάθη μοι.
Ecclésiaste 1.16 1 Chroniques 29.25 1 Rois 10.23 1 Rois 3.12 2 Chroniques 1.1
10 καὶ πᾶν ὃ ᾔτησαν οἱ ὀφθαλμοί μου οὐχ ὑφεῖλον ἀπ’ αὐτῶν οὐκ ἀπεκώλυσα τὴν καρδίαν μου ἀπὸ πάσης εὐφροσύνης ὅτι καρδία μου εὐφράνθη ἐν παντὶ μόχθῳ μου καὶ τοῦτο ἐγένετο μερίς μου ἀπὸ παντὸς μόχθου μου.
Ecclésiaste 3.22 Ecclésiaste 5.18 Ecclésiaste 9.9 Psaumes 128.2 Ecclésiaste 2.22
11 καὶ ἐπέβλεψα ἐγὼ ἐν πᾶσιν ποιήμασίν μου οἷς ἐποίησαν αἱ χεῖρές μου καὶ ἐν μόχθῳ ᾧ ἐμόχθησα τοῦ ποιεῖν καὶ ἰδοὺ τὰ πάντα ματαιότης καὶ προαίρεσις πνεύματος καὶ οὐκ ἔστιν περισσεία ὑπὸ τὸν ἥλιον.
Ecclésiaste 1.14 Ecclésiaste 1.3 1 Jean 2.16-2.17 Habakuk 2.13 Genèse 1.31

Le même sort pour tous

12 καὶ ἐπέβλεψα ἐγὼ τοῦ ἰδεῖν σοφίαν καὶ περιφορὰν καὶ ἀφροσύνην ὅτι τίς ὁ ἄνθρωπος ὃς ἐπελεύσεται ὀπίσω τῆς βουλῆς τὰ ὅσα ἐποίησεν αὐτήν.
Ecclésiaste 1.17 Ecclésiaste 7.25 Ecclésiaste 1.9-1.10
13 καὶ εἶδον ἐγὼ ὅτι ἔστιν περισσεία τῇ σοφίᾳ ὑπὲρ τὴν ἀφροσύνην ὡς περισσεία τοῦ φωτὸς ὑπὲρ τὸ σκότος.
Ecclésiaste 7.11-7.12 Ephésiens 5.8 Matthieu 6.23 Malachie 3.18-4.2 Ecclésiaste 7.19
14 τοῦ σοφοῦ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἐν κεφαλῇ αὐτοῦ καὶ ὁ ἄφρων ἐν σκότει πορεύεται καὶ ἔγνων καί γε ἐγὼ ὅτι συνάντημα ἓν συναντήσεται τοῖς πᾶσιν αὐτοῖς.
Psaumes 49.10 Proverbes 17.24 Ecclésiaste 9.1-9.3 Ecclésiaste 9.11 1 Jean 2.11
15 καὶ εἶπα ἐγὼ ἐν καρδίᾳ μου ὡς συνάντημα τοῦ ἄφρονος καί γε ἐμοὶ συναντήσεταί μοι καὶ ἵνα τί ἐσοφισάμην ἐγὼ τότε περισσὸν ἐλάλησα ἐν καρδίᾳ μου διότι ἄφρων ἐκ περισσεύματος λαλεῖ ὅτι καί γε τοῦτο ματαιότης.
Ecclésiaste 6.8 Ecclésiaste 1.2 Ecclésiaste 1.14 Ecclésiaste 1.18-2.1 Ecclésiaste 2.16
16 ὅτι οὐκ ἔστιν μνήμη τοῦ σοφοῦ μετὰ τοῦ ἄφρονος εἰς αἰῶνα καθότι ἤδη αἱ ἡμέραι αἱ ἐρχόμεναι τὰ πάντα ἐπελήσθη καὶ πῶς ἀποθανεῖται ὁ σοφὸς μετὰ τοῦ ἄφρονος.
Ecclésiaste 1.11 Ecclésiaste 9.5 Psaumes 88.12 Exode 1.8 Psaumes 49.10
17 καὶ ἐμίσησα σὺν τὴν ζωήν ὅτι πονηρὸν ἐπ’ ἐμὲ τὸ ποίημα τὸ πεποιημένον ὑπὸ τὸν ἥλιον ὅτι τὰ πάντα ματαιότης καὶ προαίρεσις πνεύματος.
Ecclésiaste 2.11 Job 7.15-7.16 Psaumes 89.47 Ecclésiaste 3.16 Job 3.20-3.22
18 καὶ ἐμίσησα ἐγὼ σὺν πάντα μόχθον μου ὃν ἐγὼ μοχθῶ ὑπὸ τὸν ἥλιον ὅτι ἀφίω αὐτὸν τῷ ἀνθρώπῳ τῷ γινομένῳ μετ’ ἐμέ.
Psaumes 39.6 Psaumes 49.10 Ecclésiaste 1.3 Ecclésiaste 2.26 Ecclésiaste 4.3
19 καὶ τίς οἶδεν εἰ σοφὸς ἔσται ἢ ἄφρων καὶ ἐξουσιάζεται ἐν παντὶ μόχθῳ μου ᾧ ἐμόχθησα καὶ ᾧ ἐσοφισάμην ὑπὸ τὸν ἥλιον καί γε τοῦτο ματαιότης.
Ecclésiaste 3.22 2 Chroniques 12.9-12.10 2 Chroniques 10.13-10.16 1 Rois 12.14-12.20 1 Rois 14.25-14.28
20 καὶ ἐπέστρεψα ἐγὼ τοῦ ἀποτάξασθαι τῇ καρδίᾳ μου ἐπὶ παντὶ τῷ μόχθῳ ᾧ ἐμόχθησα ὑπὸ τὸν ἥλιον.
2 Corinthiens 1.8-1.10 1 Corinthiens 15.19 1 Thessaloniciens 3.3-3.4 Job 17.11-17.15 Genèse 43.14
21 ὅτι ἔστιν ἄνθρωπος οὗ μόχθος αὐτοῦ ἐν σοφίᾳ καὶ ἐν γνώσει καὶ ἐν ἀνδρείᾳ καὶ ἄνθρωπος ὃς οὐκ ἐμόχθησεν ἐν αὐτῷ δώσει αὐτῷ μερίδα αὐτοῦ καί γε τοῦτο ματαιότης καὶ πονηρία μεγάλη.
Ecclésiaste 2.17-2.18 2 Chroniques 34.2 Jérémie 22.15 2 Chroniques 35.18 Jérémie 22.17
22 ὅτι τί γίνεται τῷ ἀνθρώπῳ ἐν παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ καὶ ἐν προαιρέσει καρδίας αὐτοῦ ᾧ αὐτὸς μοχθεῖ ὑπὸ τὸν ἥλιον.
Ecclésiaste 1.3 Ecclésiaste 3.9 Philippiens 4.6 Matthieu 6.34 Matthieu 6.11
23 ὅτι πᾶσαι αἱ ἡμέραι αὐτοῦ ἀλγημάτων καὶ θυμοῦ περισπασμὸς αὐτοῦ καί γε ἐν νυκτὶ οὐ κοιμᾶται ἡ καρδία αὐτοῦ καί γε τοῦτο ματαιότης ἐστίν.
Job 14.1 Job 5.7 Psaumes 127.2 Job 7.13-7.14 Psaumes 77.2-77.4
24 οὐκ ἔστιν ἀγαθὸν ἐν ἀνθρώπῳ ὃ φάγεται καὶ ὃ πίεται καὶ ὃ δείξει τῇ ψυχῇ αὐτοῦ ἀγαθὸν ἐν μόχθῳ αὐτοῦ καί γε τοῦτο εἶδον ἐγὼ ὅτι ἀπὸ χειρὸς τοῦ θεοῦ ἐστιν.
Ecclésiaste 3.22 Ecclésiaste 8.15 Ecclésiaste 5.18-5.19 Ecclésiaste 3.12-3.13 1 Corinthiens 15.32
25 ὅτι τίς φάγεται καὶ τίς φείσεται πάρεξ αὐτοῦ.
Ecclésiaste 2.1-2.12 1 Rois 4.21-4.24
26 ὅτι τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ἀγαθῷ πρὸ προσώπου αὐτοῦ ἔδωκεν σοφίαν καὶ γνῶσιν καὶ εὐφροσύνην καὶ τῷ ἁμαρτάνοντι ἔδωκεν περισπασμὸν τοῦ προσθεῖναι καὶ τοῦ συναγαγεῖν τοῦ δοῦναι τῷ ἀγαθῷ πρὸ προσώπου τοῦ θεοῦ ὅτι καί γε τοῦτο ματαιότης καὶ προαίρεσις πνεύματος.
Proverbes 13.22 Job 27.16-27.17 Jean 16.24 Proverbes 3.13-3.18 Proverbes 28.8

Cette Bible est dans le domaine public.